- Κόντεψες να πεθάνεις!
- Ναι.. κόντεψα να πεθάνω..
- ...
- Δεν θυμάμαι το τελευταίο μας φιλί!
- Τι πράγμα?
- Την ώρα που σκεφτόμουν ότι θα πεθάνω, το μόνο που δεν μπορούσα να θυμηθώ ήταν το τελευταίο μας φιλί. Δεν είναι τραγικό? Την ώρα που σκεφτόμουν ότι θα πεθάνω, αυτό ήταν το μόνο που με πλήγωνε.. Δεν μπορούσα να θυμηθώ την τελευταία αυτή φορά!
Κι άνοιξαν οι.. κάνουλες βραδιάτικα και είχαμε πλημμύρες (δεν μου φτάνει η μύξα από το συνάχι δηλαδή, ήθελα κι ενίσχυση). Δεν είμαι φανατική του Grey’s Anatomy. Το προλαβαίνω καμμία φορά, την ώρα που γίνομαι ένα με το μαξιλάρι και το έχω να χαζο-παίζει μέχρι να νυστάξω (για να περάσουμε στο άλλο μαρτύριο μετά).
Έκλεισα την τηλεόραση, έβαλα τις ωτοασπίδες κι έκλεισα τα μάτια. Η τελευταία αυτή φορά... πόσες τελευταίες φορές έχει η ζωή μας? Όσες και πρώτες. Η ισορροπία του σύμπαντος ή απλά μαθηματικά? Κι όμως, οι τελευταίες φορές, αυτές που πονάνε τη ψυχή, που με θυμώνουν, που με αποσυντονίζουν είναι αυτές, οι ανύποπτες τελευταίες φορές. Αυτές που δεν ήξερα ότι είναι αυτή η φορά, η τελευταία. Που δεν είχα δικαίωμα στην επιλογή πως θα χειριστώ την τελευταία μου αυτή φορά.
Όταν άρχισα να συνειδητοποιώ τη δύναμη της φωτογραφίας, την μίσησα. Δεν μου ήταν αρκετή. Σαν για κάποιο λόγο, οι καινούριες, οι ψηφιακές και έγχρωμες φωτογραφίες να μου στερούν τις αναμνήσεις μου ή να μου τις διαστρεβλώνουν. Δεν μου αρέσουν οι φωτογραφίες. Δεν βγαίνω φωτογραφίες. Βγάζω όμως αμέτρητες φωτογραφίες με το μυαλό μου. Συνειδητές φωτογραφίες από σκηνές της ζωής μου. Επιλέγω το καρέ, ανοίγω τα μάτια μου τέρμα, τεντώνω τα αυτιά μου και τα ρουθούνια μου και κάνω *κλικ*. Κι αυτή η φωτογραφία αποτυπώνεται για πάντα στο μυαλό μου, μαζί με χρώματα, ήχους, μυρωδιές και συναισθήματα. Ίσως αυτή η επιλογή, να με οδήγησε και στην διαστροφή του να μην έχω στερήσει από κανέναν, το δικαίωμα στην τελευταία του φορά. Και με μαζοχιστική αδημονία να οργανώνω την ανακοίνωση, και να υπομένω το αποτέλεσμα, τις αντιδράσεις, το τέλος του τέλους.
Και ίσως γιαυτό η ψυχή μου να σκοντάφτει στις τελευταίες μου φορές, που δεν το ήξερα. Που μερικές φορές δεν το ήξερε ούτε ο άλλος. Αλλά πολύ εγωιστικά στέκομαι στο ότι δεν το ήξερα εγώ. Ότι μου στερήθηκε το δικαίωμα της επιλογής. Το δικαίωμα της.. φωτογραφίας. Και θυμώνω! Θυμώνω για αυτό που μου στέρησαν.
Έχουν περάσει επτά χρόνια κι είμαι ακόμα θυμωμένη. Θυμωμένη που δεν το ήξερα ότι ήταν η τελευταία μας φορά. Θυμωμένη με τον εαυτό μου που δεν θυμάται. Έρχονται στιγμές που σφίγγω το μυαλό μου να θυμηθώ. Τι φάγαμε το μεσημέρι εκείνο? Τι φορούσε? Τι φορούσα? Μου είπε πολλά! Για τα σχέδια του για την καινούρια του δουλειά, για την απόφασή του να διεκδικήσει μια και καλά τη Γιώτα, για το ότι ήθελε να είμαι ευτυχισμένη. Του είπα κι εγώ πολλά! Ότι με αυτόν τον άνθρωπο ήμουν ευτυχισμένη ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα, κι ας έκανα λάθος, δεν πειράζει, να μην θυμώνει μαζί μου, να με καταλάβει γιατί τον αγαπώ. Θυμάμαι ότι εκεί σιώπησε και μου είπε «Αν αυτό είναι που θες, τότε σου εύχομαι να είσαι ευτυχισμένη!» και μετά χαμογέλασε. Γκρίνιαξε που δεν μου είχε πάρει δώρο, πρώτη φορά μετά από είκοσι-επτά χρόνια. Πάντα αυτός μου έπαιρνε δώρο, εγώ όχι. Και πρώτη φορά, του είχα πάρει εγώ κι αυτός όχι. «Θα σου φέρω το καλύτερο δώρο όμως από Ισπανία!» μου είπε γελώντας. Κι εκεί δεν θυμάμαι αν του είπα πόσο τον αγαπώ. Και σφίγγω το μυαλό μου και δεν θυμάμαι. Και θυμώνω.. θυμώνω που δεν θυμάμαι τα χρώματα της θάλασσας, το πρόσωπό του, το χαμόγελό του. Θυμώνω που μου στέρησε τις φωτογραφίες μου. Και δεν είναι μια γλυκιά ανάμνηση παρά πόνος στην καρδιά, μαζί με τον πόνο του χαμού του...
Έχουν περάσει δυο μήνες κι είμαι ακόμα θυμωμένη. Θυμωμένη που δεν το ήξερα ότι ήταν η τελευταία μας φορά. Θυμωμένη με τον εαυτό μου που δεν θυμάται. Έρχονται στιγμές που σφίγγω το μυαλό μου να θυμηθώ. Τι φάγαμε το μεσημέρι εκείνο? Τι φορούσε? Τι φορούσα? Μου είπε πολλά! Για τα σχέδια μας, για τις δουλειές μας, για τις αποφάσεις μας. Δεν του είπα πολλά! Ήμουν κουρασμένη, θυμωμένη με τον εαυτό μου και εκνευρισμένη. Ήθελα να τον απομακρύνω από την αρνητική μου ενέργεια και γιαυτό χωρίς δεύτερη σκέψη τον πήγα να πάρει το μηχανάκι του. Δεν θυμάμαι αν μιλήσαμε στη διαδρομή, τι είπαμε, αν γελάσαμε. Θυμάμαι ότι όπως πάντα τον κοίταξα να φορά το κράνος του. Θυμάμαι ότι μου έστειλε ένα φιλί μέσα από το κράνος. Αλλά δεν θυμάμαι αν του είπα πόσο τον αγαπώ. Δεν θυμάμαι τα χρώματα του ουρανού, το πρόσωπό του, το χαμόγελό του. Και θυμώνω που μου στέρησε τις φωτογραφίες μου. Και δεν είναι μια γλυκιά ανάμνηση παρά κόμπος στο στομάχι...
- Ναι.. κόντεψα να πεθάνω..
- ...
- Δεν θυμάμαι το τελευταίο μας φιλί!
- Τι πράγμα?
- Την ώρα που σκεφτόμουν ότι θα πεθάνω, το μόνο που δεν μπορούσα να θυμηθώ ήταν το τελευταίο μας φιλί. Δεν είναι τραγικό? Την ώρα που σκεφτόμουν ότι θα πεθάνω, αυτό ήταν το μόνο που με πλήγωνε.. Δεν μπορούσα να θυμηθώ την τελευταία αυτή φορά!
Κι άνοιξαν οι.. κάνουλες βραδιάτικα και είχαμε πλημμύρες (δεν μου φτάνει η μύξα από το συνάχι δηλαδή, ήθελα κι ενίσχυση). Δεν είμαι φανατική του Grey’s Anatomy. Το προλαβαίνω καμμία φορά, την ώρα που γίνομαι ένα με το μαξιλάρι και το έχω να χαζο-παίζει μέχρι να νυστάξω (για να περάσουμε στο άλλο μαρτύριο μετά).
Έκλεισα την τηλεόραση, έβαλα τις ωτοασπίδες κι έκλεισα τα μάτια. Η τελευταία αυτή φορά... πόσες τελευταίες φορές έχει η ζωή μας? Όσες και πρώτες. Η ισορροπία του σύμπαντος ή απλά μαθηματικά? Κι όμως, οι τελευταίες φορές, αυτές που πονάνε τη ψυχή, που με θυμώνουν, που με αποσυντονίζουν είναι αυτές, οι ανύποπτες τελευταίες φορές. Αυτές που δεν ήξερα ότι είναι αυτή η φορά, η τελευταία. Που δεν είχα δικαίωμα στην επιλογή πως θα χειριστώ την τελευταία μου αυτή φορά.
Όταν άρχισα να συνειδητοποιώ τη δύναμη της φωτογραφίας, την μίσησα. Δεν μου ήταν αρκετή. Σαν για κάποιο λόγο, οι καινούριες, οι ψηφιακές και έγχρωμες φωτογραφίες να μου στερούν τις αναμνήσεις μου ή να μου τις διαστρεβλώνουν. Δεν μου αρέσουν οι φωτογραφίες. Δεν βγαίνω φωτογραφίες. Βγάζω όμως αμέτρητες φωτογραφίες με το μυαλό μου. Συνειδητές φωτογραφίες από σκηνές της ζωής μου. Επιλέγω το καρέ, ανοίγω τα μάτια μου τέρμα, τεντώνω τα αυτιά μου και τα ρουθούνια μου και κάνω *κλικ*. Κι αυτή η φωτογραφία αποτυπώνεται για πάντα στο μυαλό μου, μαζί με χρώματα, ήχους, μυρωδιές και συναισθήματα. Ίσως αυτή η επιλογή, να με οδήγησε και στην διαστροφή του να μην έχω στερήσει από κανέναν, το δικαίωμα στην τελευταία του φορά. Και με μαζοχιστική αδημονία να οργανώνω την ανακοίνωση, και να υπομένω το αποτέλεσμα, τις αντιδράσεις, το τέλος του τέλους.
Και ίσως γιαυτό η ψυχή μου να σκοντάφτει στις τελευταίες μου φορές, που δεν το ήξερα. Που μερικές φορές δεν το ήξερε ούτε ο άλλος. Αλλά πολύ εγωιστικά στέκομαι στο ότι δεν το ήξερα εγώ. Ότι μου στερήθηκε το δικαίωμα της επιλογής. Το δικαίωμα της.. φωτογραφίας. Και θυμώνω! Θυμώνω για αυτό που μου στέρησαν.
Έχουν περάσει επτά χρόνια κι είμαι ακόμα θυμωμένη. Θυμωμένη που δεν το ήξερα ότι ήταν η τελευταία μας φορά. Θυμωμένη με τον εαυτό μου που δεν θυμάται. Έρχονται στιγμές που σφίγγω το μυαλό μου να θυμηθώ. Τι φάγαμε το μεσημέρι εκείνο? Τι φορούσε? Τι φορούσα? Μου είπε πολλά! Για τα σχέδια του για την καινούρια του δουλειά, για την απόφασή του να διεκδικήσει μια και καλά τη Γιώτα, για το ότι ήθελε να είμαι ευτυχισμένη. Του είπα κι εγώ πολλά! Ότι με αυτόν τον άνθρωπο ήμουν ευτυχισμένη ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα, κι ας έκανα λάθος, δεν πειράζει, να μην θυμώνει μαζί μου, να με καταλάβει γιατί τον αγαπώ. Θυμάμαι ότι εκεί σιώπησε και μου είπε «Αν αυτό είναι που θες, τότε σου εύχομαι να είσαι ευτυχισμένη!» και μετά χαμογέλασε. Γκρίνιαξε που δεν μου είχε πάρει δώρο, πρώτη φορά μετά από είκοσι-επτά χρόνια. Πάντα αυτός μου έπαιρνε δώρο, εγώ όχι. Και πρώτη φορά, του είχα πάρει εγώ κι αυτός όχι. «Θα σου φέρω το καλύτερο δώρο όμως από Ισπανία!» μου είπε γελώντας. Κι εκεί δεν θυμάμαι αν του είπα πόσο τον αγαπώ. Και σφίγγω το μυαλό μου και δεν θυμάμαι. Και θυμώνω.. θυμώνω που δεν θυμάμαι τα χρώματα της θάλασσας, το πρόσωπό του, το χαμόγελό του. Θυμώνω που μου στέρησε τις φωτογραφίες μου. Και δεν είναι μια γλυκιά ανάμνηση παρά πόνος στην καρδιά, μαζί με τον πόνο του χαμού του...
Έχουν περάσει δυο μήνες κι είμαι ακόμα θυμωμένη. Θυμωμένη που δεν το ήξερα ότι ήταν η τελευταία μας φορά. Θυμωμένη με τον εαυτό μου που δεν θυμάται. Έρχονται στιγμές που σφίγγω το μυαλό μου να θυμηθώ. Τι φάγαμε το μεσημέρι εκείνο? Τι φορούσε? Τι φορούσα? Μου είπε πολλά! Για τα σχέδια μας, για τις δουλειές μας, για τις αποφάσεις μας. Δεν του είπα πολλά! Ήμουν κουρασμένη, θυμωμένη με τον εαυτό μου και εκνευρισμένη. Ήθελα να τον απομακρύνω από την αρνητική μου ενέργεια και γιαυτό χωρίς δεύτερη σκέψη τον πήγα να πάρει το μηχανάκι του. Δεν θυμάμαι αν μιλήσαμε στη διαδρομή, τι είπαμε, αν γελάσαμε. Θυμάμαι ότι όπως πάντα τον κοίταξα να φορά το κράνος του. Θυμάμαι ότι μου έστειλε ένα φιλί μέσα από το κράνος. Αλλά δεν θυμάμαι αν του είπα πόσο τον αγαπώ. Δεν θυμάμαι τα χρώματα του ουρανού, το πρόσωπό του, το χαμόγελό του. Και θυμώνω που μου στέρησε τις φωτογραφίες μου. Και δεν είναι μια γλυκιά ανάμνηση παρά κόμπος στο στομάχι...
1 σχόλιο:
Με φέρνεις αντιμέτωπη με την μεγαλύτερη μου φοβία ... δεν ξεπερνιέται ποτέ κάτι τέτοιο ΠΟΤΕ.
Δημοσίευση σχολίου